Γράφουν οι μαθήτριες Άρτεμις Σταυριανοπούλου και Μυρτώ Τουτούζη (Β4)


Η διάρρηξη και ληστεία του Μουσείου του Λούβρου σημειώθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2025 μεταξύ 9:30 π.μ. και 9:37 π.μ., δηλαδή μισή ώρα αφότου το μουσείο άνοιξε τις πόρτες του για τους επισκέπτες. Στην Πινακοθήκη Απόλλων (Galerie d’Apollon), σε 7 μόλις λεπτά, οι ληστές, δύο άτομα με τα πρόσωπά τους καλυμμένα με μπαλακλάβες, κατάφεραν να κλέψουν μέρος των κοσμημάτων από τη συλλογή του Ναπολέοντα και της αυτοκράτειρας μπαίνοντας από το μπαλκόνι του 2ου ορόφου. Εννέα κοσμήματα του Στέμματος κλάπηκαν με εκτιμώμενη αξία 88 εκατομμύρια ευρώ. Οι ληστές φορούσαν κίτρινα και πορτοκαλί γιλέκα, για να μοιάζουν με εργάτες και όταν χτύπησαν οι συναγερμοί του μουσείου, είχαν ήδη διαφύγει με μοτοσικλέτες. Έφτασαν στο κτήριο με πατίνια και εισήλθαν από την πλευρά του ποταμού Σηκουάνα. Το ερώτημα είναι: ποιος είναι ο ελάχιστος αριθμός φυλάκων –ή αντίστοιχα καμερών παρακολούθησης 360 μοιρών– που απαιτούνται, για να καλυφθεί ολόκληρο το μουσείο;
Η εισαγγελία του Παρισιού ξεκίνησε την έρευνα για το περιστατικό πιστεύοντας ότι υπήρξε πληροφόρηση εκ των έσω. Κάποιοι ερευνητές δήλωσαν ότι αντιστοίχισαν ίχνη DNA που ανακτήθηκαν από ένα κράνος που είχε αφεθεί στον τόπο του εγκλήματος με έναν από τους υπόπτους. Μετά από τέσσερις ημέρες, η εισαγγελία αποκάλυψε ότι οι δύο συλληφθέντες παραδέχτηκαν εν μέρει την εμπλοκή τους στη θρασύτατη κλοπή και στη συνέχεια, τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για οργανωμένη ομαδική ληστεία και εγκληματική συνωμοσία. Πέντε ακόμη ύποπτοι συνελήφθησαν στις 29 Οκτωβρίου, με μόνο έναν από αυτούς να πιστεύεται ότι ήταν μέλος της τετραμελούς ομάδας. Έπειτα, εντοπίστηκε και άνδρας 34 ετών Αλγερινής καταγωγής, που ζούσε στη βορειοανατολική περιφέρεια του Παρισιού, και ήταν γνωστός στην αστυνομία για παραβάσεις κυκλοφορίας.
Η κλοπή στο Μουσείο του Λούβρου προσέλκυσε το διεθνές ενδιαφέρον. Βλέποντας, πάντως, πόσο άμεσα μπορούν να αξιοποιηθούν τα τεστ DNA σε άλλες χώρες, δεν μπορούμε παρά να προβληματιστούμε για τις καθυστερήσεις που συναντάμε στην Ελλάδα, όπου συχνά τέτοιες διαδικασίες μπορεί να χρειαστούν και ολόκληρο χρόνο… Ίσως είναι καιρός να κατανοήσουμε πόσο καθοριστική είναι η τεχνολογία στη σύγχρονη εγκληματολογία και να αναρωτηθούμε πώς μπορούμε να βελτιώνουμε συνεχώς τις δομές μας, ώστε η απονομή δικαιοσύνης να γίνεται με μεγαλύτερη ταχύτητα και αξιοπιστία. Είναι ένα ζήτημα που αξίζει να μας απασχολήσει σοβαρά.