Ζωγραφίζοντας μηνύματα από το παρελθόν: η καλλιτεχνική αναβίωση του «Κυπέλλου του Νέστορα» και της «Οινοχόης του Διπύλου». 

Στο πλαίσιο του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας της Α’ Γυμνασίου οι μαθητές είχαν από την αρχή την ευκαιρία να ανακαλύψουν πολλές από τις πτυχές του αρχαιοελληνικού πολιτισμού δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην γλώσσα: την προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου, τον τονισμό των λέξεων, τους τρόπους γραφής και τα πρώτα δείγματα ελληνικής γραφής. Κάνοντας ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο οι μαθητές παρατήρησαν την ιδιαίτερη κινητικότητα των αρχαίων Ελλήνων και πιο συγκεκριμένα, ήδη από τον 9ο αιώνα π.Χ., των Ευβοέων, οι οποίοι κινούνταν προς τα δυτικά σε αναζήτηση μετάλλων. Μάλιστα, σε ένα μικρό νησί στην Τυρρηνική Θάλασσα, που στην αρχαιότητα λεγόταν Πιθηκούσες και σήμερα Ischia, βρέθηκαν μερικές από τις πρωιμότερες ελληνικές επιγραφές μαζί με φοινικικές. Οι Έλληνες όμως μετακινούνταν συστηματικά και προς τα ανατολικά ερχόμενοι σε επαφή με τους Φοίνικες και δημιουργώντας εμπορικούς σταθμούς στα παράλια της Συρίας (Αλ Μίνα). Μέσα σε ένα τέτοιο πλέγμα επαφών και σχέσεων τοποθετείται και ο δανεισμός του φοινικικού αλφαβήτου από τους Έλληνες. 

Οι πρώτες αλφαβητικές επιγραφές στην ελληνική γλώσσα χρονολογούνται γύρω στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. Το ενδιαφέρον είναι ότι τα πρώτα αυτά κείμενα είναι όλα ιδιωτικού χαρακτήρα. Στο πρώτο αγγείο αυτής της εποχής από το νησί Πιθηκούσες που εξέτασαν οι μαθητές, διάβασαν την επιγραφή του με κατεύθυνση από τα δεξιά προς τα αριστερά (ἐπὶ τὰ λαιά) σε τρεις ξεχωριστές γραμμές, η οποία αναφέρει: «Είμαι το γλυκόπιοτο ποτήρι του Νέστορα. Όποιος πιει από τούτο το ποτήρι, αυτόν αμέσως θα τον κυριέψει ο πόθος της Αφροδίτης με το όμορφο στεφάνι.» Το αγγείο, σαν να είχε ψυχή και ανθρώπινη λαλιά αποκαλύπτει στους μαθητές την ταυτότητά του. Αρκετοί ερευνητές μάλιστα θεωρούν ότι ο Νέστωρ είναι ο Ομηρικός βασιλιάς της Πύλου, και το ποτήρι του είναι το περιγραφόμενο στον Όμηρο (11.632-7), ενώ άλλοι αρνούνται τον συσχετισμό και πιστεύουν πως πρόκειται για κάποιον άλλο Νέστορα, κάτοχο του ποτηριού. 

Το δεύτερο αγγείο που επεξεργάστηκαν οι μαθητές ήταν η «οινοχόη του Διπύλου», η οποία πήρε το όνομά της από το υστερογεωμετρικό αττικό εργαστήρι του «τεχνίτη του Διπύλου». Η  επιγραφή, χαραγμένη και όχι γραπτή, διαβάζεται κι αυτή από τα δεξιά προς τα αριστερά και αποτελείται από 47 γράμματα σχηματίζοντας λέξεις που δεν διαχωρίζονται μεταξύ τους. Το γράμμα Χ, που απουσιάζει από το φοινικικό αλφάβητο, κάνει εδώ την πρώτη του εμφάνιση. Η πρώτη από τις δύο προτάσεις διαβάζεται εύκολα: «Όποιος τώρα από όλους τους χορευτές χορέψει με περισσότερη χάρη». Η κύρια πρόταση που έπεται είναι δυσανάγνωστη. Εύλογη φαίνεται η άποψη ότι το αγγείο αθλοθετήθηκε για τον δεινότερο χορευτή και αργότερα έγινε κτέρισμα στον τάφο του. Η επιγραφή απηχεί τον ομηρικό ποιητικό λόγο τόσο με το επικό της λεξιλόγιο όσο και με την έμμετρη μορφή της, ενώ η χάραξή της προσέδιδε στο αγγείο εξαιρετική σημασία και διαφήμιζε τη σχέση του κατόχου του με την πνευματική πρωτοπορία της εποχής. Το πήλινο αγγείο εκτίθεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. 

Σε συνεργασία με τον υπεύθυνο διδάσκοντα καθηγητή κ. Ιωάννη Σωτηρόπουλο, οι μαθητές άντλησαν έμπνευση από τις αρχαιότερες αυτές επιγραφές της ελληνικής και κλήθηκαν να αποτυπώσουν με τον δικό τους τρόπο και τη δική τους καλλιτεχνική ματιά τα πολύτιμα αυτά μνημεία του πολιτισμού μας. Τα έργα ανήκουν στις μαθήτριες Αριάνα Σαλαπάτα, Δώρις Ρέππα, Ρέα Σαββοπούλου και Λυδία Τσιαλογιάννη του τμήματος Α3 του Α’ Αρσακείου – Τοσιτσείου Γυμνασίου Εκάλης.    

Σχολιάστε